σκώρος

σκώρος
Όνομα που δίνεται, υπό περιορισμένη έννοια, στα μικρολεπιδόπτερα της οικογένειας των Τινεϊδών, τα οποία χαρακτηρίζονται από τις μικρές διαστάσεις, τις ξεθωριασμένες αποχρώσεις και προπάντων από την καταστρεπτική δραστηριότητα των προνυμφών τους, που τρέφονται με υφάσματα, μαλλιά, γούνες, σπόρους και είδη διατροφής. Κοινά, όμως, ο όρος σ. έχει επεκταθεί και δείχνει πολλά άλλα μικρολεπιδόπτερα που ανήκουν σε οικογένειες διαφορετικές από τους Τινεΐδες και που καταστρέφουν διάφορα όργανα πολυάριθμων φυτών. Οι Τινεΐδες έχουν γκριζωπό ή κιτρινωπό χρώμα· τα φτερά τους έχουν στα άκρα τριχωτά κρόσσια. Εκτός από τα σύνθετα μάτια, το κεφάλι είναι γενικά προικισμένο και με οφθαλμίδια· οι κεραίες είναι μακρές και λεπτές και το στοματικό άνοιγμα λίγο αναπτυγμένο. Τα ακμαία άτομα αποφεύγουν το έντονο φως· συνήθως, πετούν μόνο οι αρσενικοί, γιατί οι θηλυκές παραμένουν κρυμμένες στις ουσίες που, επειδή πρέπει να προμηθεύσουν άφθονο φαγητό στις μελλοντικές προνύμφες, είναι πιο κατάλληλες για την εναπόθεση των αβγών. Οι προνύμφες μερικών ειδών ζουν ελεύθερες, ενώ εκείνες άλλων Τινεϊδών κλείνονται σε μικρά βομβύκια που αποτελούνται από μετάξι ή από υπολείμματα του υλικού με το οποίο τρέφονται. Πολύ κοινός είναι ο σ. ο δερματοφάγος (ti-nea pellionella), με κιτρινωπό χρώμα και με άνοιγμα πτερύγων 10-13 χλστ. · αυτός εμφανίζεται μεταξύ Απρίλιου και Ιούνιου, ανάλογα με το κλίμα· οι θηλυκές γεννούν πενήντα περίπου αβγά σε μάλλινα υφάσματα, δέρματα και γούνες, όπου οι αδηφάγες προνύμφες σκάβουν βαθιά αυλάκια. Ο σ. ο εριοφάγος (tinea biselliella), εκτός από μάλλινα υφάσματα, καταστρέφει μαλλιά και φτερά· ο σ. ο ταπητοφάγος (tinea ta-petzellla), το άνοιγμα των πτερύγων του οποίου φτάνει τα 18-20 χλστ., ζει στο ύπαιθρο και στις αποθήκες: κατά το προνυμφικό στάδιο τρέφεται και με κρέας. Το ίδιο καταστρεπτικός είναι και ο σ. του σίτου (tinea granella): οι προνύμφες του ροκανίζουν και τυλίγουν τα μετάξινα νήματα τα περιβλήματα των αγρωστοειδών και άλλων καρπών, όπως αραχίδες, καρύδια και μύγδαλα και τρέφονται επίσης και με αλεύρι, μπισκότα και ξερά μανιτάρια. Στην οικογένεια των Υπονομευτιδών ανήκουν σ., οι προνύμφες των οποίων προσβάλλουν τα οπωροφόρα δέντρα, και συχνά προκαλούν σοβαρές καταστροφές γιατί ζουν κατά πολυάριθμα σμήνη. Ο σ. της μηλιάς (hypono-meuta padellus), το άνοιγμα των πτερύγων του οποίου είναι 18 χλστ., αναγνωρίζεται εύκολα από τις μπροστινές λευκές πτέρυγες που φέρουν μαύρα στίγματα. Το καλοκαίρι οι θηλυκές γεννούν 30-70 αβγά στα νεαρά κλαδιά της μηλιάς, της αχλαδιάς, της δαμασκηνιάς και της αμυγδαλιάς: οι προνύμφες, που γεννιούνται ύστερα από δύο περίπου εβδομάδες, καταφεύγουν κάτω από κελύφη που συνδέονται με μετάξινα νήματα, απ’ όπου βγαίνουν την επόμενη άνοιξη για να ροκανίσουν τα τρυφερά φύλλα· αφού περάσουν το νυμφικό στάδιο, εξέρχονται από το βομβύκιο τον Ιούνιο και γεννούν τ’ αβγά κατά τον Ιούλιο - Αύγουστο. Στην ίδια οικογένεια ανήκουν ο σ. της ελιάς (prays oleellus), με πολύ κροσσωτές πτέρυγες και με γκρίζο χρώμα με ασημένιες ανταύγειες και ο σ. των εσπεριδοειδών (prays citri), όμοιος με τον προηγούμενο: και οι δύο αριθμούν τρεις γενιές το χρόνο. Στην οικογένεια των Γελεχιδών, που αριθμεί πάνω από 4000 είδη, ανήκει ο πραγματικός σ. του σίτου ή σιτότρωγος (2), που λέγεται έτσι για να διακριθεί από την tinea granel-la, που αναφέραμε ήδη. Ο «πραγματικός» σ., που έχει την καταγωγή του από την τροπική Αμερική και εισάχθηκε στην Ευρώπη το 18o αι. με σπόρους καλαμποκιού, καταστρέφει τα δημητριακά είτε στους αγρούς, είτε στις αποθήκες. Ο σ. αυτός με τις μπροστινές πτέρυγες γκριζοκιτρινωπές με δύο μαύρα στίγματα, ανάλογα με το κλίμα και την ποιότητα της τροφής, αριθμεί από μια ως 5 γενιές το χρόνο. Στην ίδια οικογένεια ανήκουν ο σ. της πατάτας (phthorimaea opurculella) και η γελεχία του βαμβακιού (platyedra gossypiella), που λέγεται και «κόκκινο σκουλήκι του βαμβακιού» εξαιτίας του χρώματος της προνύμφης της πρώτης γενιάς- και οι δύο αυτοί σ. είναι καταστρεπτικοί. Στην πολυάριθμη οικογένεια των Πυραλιδών ανήκει ο γκρίζος σ. ο αλευροφάγος (ephe-stia kuhniella), που κατάγεται πιθανότατα, από τη Μέση Ανατολή, γνωστός στην Ευρώπη από το 1879 και σήμερα διαδομένος σε όλο σχεδόν τον κόσμο. Ο σ. αυτός έχει τις μπροστινές πτέρυγες γκρίζες σκούρες με δυο μαύρες κυματοειδείς λουρίδες- οι πίσω πτέρυγες και τα κρόσσια είναι πιο ανοιχτά- το άνοιγμα των πτερύγων του είναι 20-25 χλστ. Ο σ. ο αλευροφάγος είναι νυχτόβιος και ζει προπάντων στις αποθήκες- οι θηλυκές γεννούν 200 περίπου αβγά, από τα οποία βγαίνουν αδηφάγες προνύμφες που τρέφονται με αλεύρι, σιτηρά, ζυμαρικά, μπισκότα και σοκολάτα. Ανάλογα με την ποιότητα της τροφής και ιδιαίτερα με το κλίμα, ο σ. αυτός αριθμεί από μία ως 5 γενιές το χρόνο. Η πεταλουδίτσα αυτή χρησιμοποιείται και σήμερα για διάφορες μελέτες, ιδιαίτερα στο πεδίο της γενετικής. Ανάμεσα στα διάφορα βλαβερά είδη που ανήκουν στους Πυραλίδες αναφέρουμε το σ. των κυψελών (galleria mellonella) που τρέφεται με το μέλι των κηρύθρων, το σ. του ρυζιού (nymphula nymphaeata), με υδρόβιες συνήθειες και το σ. ή πυραλίδα του καλαμποκιού (pyrau-sta nubinalis), οι προνύμφες του οποίου, εκτός από το καλαμπόκι, μπορούν να προσβάλλουν τα φυτά των φασολιών, του κανναβιού, του καπνού και διάφορων άλλων. Προνύμφη σκώρου δερματοφάγου (tinea pellionella).
* * *
ο, Ν
βλ. σκόρος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ηλιόθριψ — ο εντομολ. θυσανόπτερο έντομο τής οικογένειας τών θριψιδών. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. heliothrips < helio (πρβλ. ηλιο *) + thrips (πρβλ. θριψ, ιπός, ο «σκώρος»)] …   Dictionary of Greek

  • θριψ — ο (Α θρίψ, ιπός) νεοελλ. ζωολ. θυσανόπτερο έντομο αρχ. σκουλήκι που τρώει το ξύλο, σαράκι, σκώρος. [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Εμφανίζει την ίδια κατάληξη με λ. παρόμοιας σημ. (πρβλ. ιψ, κνιψ, σκνιψ). Υποτέθηκε ότι πρόκειται για μεταπλασμό ενός… …   Dictionary of Greek

  • σκοροφάγωμα — και σκωροφάγωμα, το, Ν 1. η φθορά μάλλινου, κυρίως, υφάσματος από σκόρο 2. το σημείο τού υφάσματος που έχει φαγωθεί από σκόρο ή η έκταση τής φθοράς που έχει γίνει από το έντομο αυτό. [ΕΤΥΜΟΛ. < σκόρος / σκώρος + φάγωμα] …   Dictionary of Greek

  • σκοροφαγωμενος — και σκωροφαγωμένος, η, ο, Ν (για μάλλινα κυρίως υφάσματα) αυτός που έχει φαγωθεί, που έχει φθαρεί από σκόρο. [ΕΤΥΜΟΛ. < σκόρος / σκώρος + φαγώνομαι] …   Dictionary of Greek

  • σκόρος — και σκώρος, ο, Ν 1. ζωολ. κοινή ονομασία τών ευρύτατα διαδεδομένων εντόμων τής οικογένειας tineidae, τών οποίων οι λευκόχρωμες προνύμφες ζουν σε σπίτια, καταστήματα, αποθήκες και άλλους χώρους και τρέφονται με μάλλινες ίνες, προξενώντας… …   Dictionary of Greek

  • τινέα — η, Ν ζωολ. γένος σκώρων στο οποίο ανήκει ο σκώρος τών γουναρικών. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. tinea (< λατ. tinea «σκουλήκι»)] …   Dictionary of Greek

  • άγλωσσα — I (aglossa).Έντομα της οικογένειας των πυραλιδών, της τάξης των λεπιδοπτέρων. Είναι οι γνωστοί σκώροι, που επιφέρουν ζημιές σε διάφορα υλικά. Πρόκειται για πεταλούδες μικρού μεγέθους, που πολλές φορές βρίσκονται και μέσα στα σπίτια. Έχουν διάφορα …   Dictionary of Greek

  • έντομα — Ζώα ασπόνδυλα που αποτελούν ομοταξία των αρθροπόδων. Περίπου από το ένα εκατομμύριο ζωικών ειδών, που είναι σήμερα γνωστά και έχουν ταξινομηθεί, γύρω στα 750.000 είναι έ., από τα οποία τα 300.000 είναι κολεόπτερα και τα 150.000 λεπιδόπτερα. Το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”